Ἀνιχνευτής

τῆς Ἱστορίας

Ἀπό τὴν πανδούρα στὸν ταμπουρά…

%cf%84%ce%b1%ce%bc%cf%80%ce%bf%cf%85%cf%81%ce%b1%cf%82

 

Στὴ χαρά και στὸ θάνατο, στὴ ζωὴ καὶ στὸν πόλεμο, τὸ τραγούδι καὶ ὁ χορὸς συνοδεύει κάθε πτυχὴ τῆς ζωῆς μας.

«…Τότε ἔκατζε ὁ Γκούρας καὶ οἱ ἄλλοι καὶ φάγαμεν ψωμί· τραγουδήσαμεν κ᾿ ἐγλεντήσαμεν. Μὲ περικάλεσε ὁ Γκούρας κι᾿ ὁ Παπακώστας νὰ τραγουδήσω· ὅτ᾿ εἴχαμεν τόσον καιρὸν ὁποῦ δὲν εἴχαμεν τραγουδήση – τόσον καιρόν, ὁποῦ μας ἔβαλαν οἱ ῾διοτελεῖς καὶ γγιχτήκαμεν διὰ νὰ κάνουν τοὺς κακούς τους σκοπούς. Τραγουδοῦσα καλά. Τότε λέγω ἕνα τραγούδι·

Ὁ Ἥλιος ἐβασίλεψε, 
Ἕλληνά μου, βασίλεψε 
καὶ τὸ Φεγγάρι ἐχάθη 
κι᾿ ὁ καθαρὸς Αὐγερινὸς 
ποὺ πάει κοντὰ τὴν Πούλια, 
τὰ τέσσερα κουβέντιαζαν 
καὶ κρυφοκουβεντιάζουν. 
Γυρίζει ὁ Ἥλιος καὶ τοὺς λέει, 
γυρίζει καὶ τοὺς κρένει· 
«Ἐψὲς ὁποῦ βασίλεψα 
πίσου ἀπὸ μία ραχούλα, 
ἄκ᾿σα γυναίκεια κλάματα 
κι᾿ ἀντρῶν τὰ μυργιολόγια 
γι᾿ αὐτὰ τὰ ῾ρωικά κορμιὰ 
῾στὸν κάμπο ξαπλωμένα, 
καὶ μέσ᾿ τὸ αἷμα τὸ πολὺ 
εἶν᾿ ὅλα βουτημένα. 
Γιὰ τὴν πατρίδα πήγανε 
῾στὸν Ἅδη, τὰ καϊμένα.

Ὁ μαῦρος ὁ Γκούρας ἀναστέναξε καὶ μοῦ λέγει: «Ἀδελφὲ Μακρυγιάννη, σὲ καλὸ νὰ τὸ κάμῃ ὁ Θεός, ἄλλη φορὰ δὲν τραγούδησες τόσο παραπονεμένα. Αὐτὸ τὸ τραγούδι σὲ καλὸ νὰ μᾶς βγῇ. – Εἶχα κέφι, τοῦ εἶπα, ὁποῦ δὲν τραγουδήσαμεν τόσον καιρόν». Ὅτι εἰς ταρδιὰ πάντοτες γλεντούσαμεν.

Ἄρχισε ὁ πόλεμος κι᾿ ἄναψε ὁ ντουφεκισμὸς πολύ. Πῆρα τοὺς ἀνθρώπους μου, πῆγα ἐκεῖ, καθὼς ἤμουν διορισμένος· καὶ στάθηκα καμπόσο καὶ πολεμήσαμεν. Ἤφερα ἀπόξω γύρα τὰ πόστα. Πῆγα εἰς τὸ κονάκι μου ὅ,τι ἔπαιρνε νὰ βασιλέψη τὸ φεγγάρι, νὰ βγάλω τὸν πεζὸ διὰ τὴν Κυβέρνησιν. Ἔρχονται μοῦ λένε· «Τρέξε, σκοτώθη ὁ Γκούρας εἰς τὸ πόστο του. Ἔρριξε ἀναντίον τῶν Τούρκων· ἀπάνου εἰς τὴν φωτιὰ τὸν βάρεσαν εἰς τὸν ἀμήλιγγα καὶ δὲν μίλησε τελείως᾿. Πῆγα, τὸν πήραμεν εἰς τὸ νῶμο καὶ τὸν βάλαμε ῾σ ἕνα μπουντρούμι. Τὸν συγύρισε ἡ φαμελιά του καὶ τὸν χώσαμεν…»

(Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη – Ἀπομνημονεύματα, Βιβλίον Α´, Κεφάλαιον ἔνατον)

 

   Ὅπως μᾶς μαρτυρεῖ ὁ Κασομούλης, πολλοὶ ἀγωνιστὲς τοῦ 1821 ἔπαιζαν τέτοια ὄργανα: «Ἐγώ λαλοῦσα τὸ μπουζούκι λεγόμενον, ὁ Χριστόφορος (Περραιβός) τὸν ταμπουρὰν μὲ δυὸ τέλια ( ikiteli )..»  Ὁ Θ. Κολοκοτρώνης, ἐπίσης ἀπεικονίζεται νὰ παρακολουθῇ ἕναν ἀπὸ τοὺς ἄνδρες του νὰ παίζῃ μπουζούκι. Ἴσως εἶναι ὁ Γραμματικὸς τοῦ Πάνου Κολοκοτρώνη, Θεοδ. Ρηγόπουλος ἀπὸ Φίλια Καλαβρύτων, ποὺ μᾶς μαρτυρεῖ στὰ ἀπομνημονεύματά του ὅτι ἔπαιζε μπουζούκι.

   Εἶναι γνωστὸ ὅτι τὸ  μπουζούκι προέρχεται ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα καὶ μεσαιωνικὰ νυκτὰ ἔγχορδα μουσικὰ ὄργανα μὲ μπράτσο / μάνικο καὶ ταστιέρα μὲ δεσμούς (μπερντέδες), ποὺ γενικῶς ὀνομαζόντουσαν Πανδοῦρες – Πανδουρίδες – Θαμπούρες – Φάνδουροι – Ταμπουράδες.

   Μία παραλλαγὴ αὐτοῦ τοῦ ὀργάνου ἔλαβε τὸ ὄνομα Bozuk ἤ Bozurg ἤ Μπουζούκι. Ὁ νέος αὐτὸς ὀνοματολογικὸς προσδιορισμὸς ἐπ’ οὐδενὶ τοῦ στερεῖ τὴν παλαιότερη καταγωγή , οὔτε φυσικὰ χαρίζεται ἀβασάνιστα  σὲ ἕναν καὶ μόνο πολιτισμό.  Ἂν τὸ νέο ὄνομα προέρχεται ἀπὸ τὸ τουρκικὸ Bozuk/ =σπασμένο , μάλλον ἔχει νὰ κάνῃ μὲ τὸ εἶδος κουρδίσματος, ὅτι δηλαδὴ τὸ ὄργανο “ἔσπαγε/ἄλλαζε” κουρδίσματα. Ἂν τὸ ὄνομα προέρχεται ἀπὸ τὸ Περσικό Bozurg τότε σημαίνει Μεγάλο καὶ ἔχει νὰ κάνῃ μὲ τὸ μέγεθος, διότι ὄντως τὸ μπουζούκι εἶναι ὁ μεγαλύτερος σὲ μέγεθος ταμπουράς. ( Σημ.: ὑπάρχει καὶ μία ἀσθενὴς καὶ ὄχι ἐπαληθευμένη ἄποψη ὅτι προέρχεται ἀπὸ βυζαντινὸ “βυζίον” ἢ Μπουζίον, λόγω τοῦ σχήματος τοῦ ἠχείου του ).

   Τέτοια ὄργανα ποὺ ὀνόμαζαν Μπουζούκια ἔπαιζαν πολλοὶ ἀγωνιστές τοῦ ’21, ἐνῶ χάρις στὸν ὀργανοποιό Νικ. Φρονιμόπουλο, γνωρίζουμε τουλάχιστον ἕναν ἐπώνυμο κατασκευαστή, αὐτὸν τοῦ Ταμπουρᾶ τοῦ Μακρυγιάννη , ποὺ ἦταν ὁ Λεωνίδας Γαϊλας. 

Πανδούρα, (τρίχορδον)

pandouris

Μαρμάρινο ἀνάγλυφο ἀπὸ τὴν Μαντινεία, 4ος αἰ. π.Χ., ἀπεικονίζει τὸν μυθικὸ διαγωνισμὸ μεταξὺ τοῦ Ἀπόλλωνος καὶ τοῦ Μαρσύα, ὅπου ἡ πανδούρα παίζεται ἀπὸ μία μούσα καθισμένη σὲ ἕναν βράχο. Ἐθνικὸ Ἀρχαιολογικὸ Μουσεῖο.

   Πρόκειται γιὰ ξύλινο τρίχορδο ὄργανο μὲ μικρὸ ἀντηχεῖο καὶ μακρὺ λαιμὸ μὲ δακτυλοθέσιο (ταστιέρα) γιὰ τὴν παραγωγὴ τῶν διαφορετικῶν φθόγγων ἀπὸ κάθε χορδὴ (μὲ τὴν αὐξομείωση τοῦ παλλόμενου μήκους της). Εἶναι ὁ ἄμεσος πρόγονος τῶν σύγχρονων ὀργάνων τῆς οἰκογένειας τοῦ λαούτου. Μὲ τὴν παρεφθαρμένη ὀνομασία “ταμπουράς”, (βυζ. “θαμπούρα”, ἀρχ. “πανδούρα”) ἐπέζησε ἔως τὶς μέρες μας. Πιθανὸν ἡ ταστιέρα της νὰ ὀριοθετοῦνταν ἀπὸ μετακινούμενα δερμάτινα κορδόνια ὥστε τὸ ὄργανο νὰ χρησιμοποιεῖται κατὰ περίπτωση στὴν ἐκτέλεση τῶν διαφορετικῶν γενῶν τῆς ἀρχαιοελληνικῆς μουσικῆς.

   Ὁ ἐκτελεστὴς (συνήθως γυναίκα) κρατοῦσε ὀριζόντια τὴν πανδουρίδα μὲ τὸ λαιμὸ τοῦ ὀργάνου στὰ ἀριστερά του, μὲ τὰ δάκτυλα τοῦ ἀριστεροῦ χεριοῦ του πίεζε τὶς χορδὲς πάνω στὴν ταστιέρα καὶ μὲ τὸ δεξὶ χέρι τραβοῦσε τὶς χορδὲς ἢ τὶς ἔπληττε μὲ τὴ βοήθεια τοῦ “πλήκτρου”.

%ce%b5%ce%bb%ce%bb%ce%b7%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%b7-%cf%80%ce%bb%ce%ac%ce%ba%ce%b1-5%ce%bf%cf%85-%ce%b1%ce%b9%cf%89%ce%bd

Ελληνική πλάκα 5ου π.Χ αι. (Buchner, Alexander. Colour Encyclopedia of Musical Instruments. Prague, 1980 )

 

Βιβλιογραφία – Πηγές

-Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη – Ἀπομνημονεύματα, Βιβλίον Α´, Κεφάλαιον ἔνατον

 -Δημήτρης Σταθακόπουλος ΠΕΡΙ ΜΠΟΥΖΟΥΚΙΟΥ Ο «ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΛΟΓΟΣ» http://www.24grammata.com/?p=36881

-“Μ. Λ. Γουέστ, Αρχαία ελληνική μουσική”, “Κούρτ Σάκς, Ιστορία των αρχαίων μουσικών οργάνων”, “Πλούταρχος, Περί μουσικής”. “Αθήναιος ο Ναυκράτειος, Δειπνοσοφισταί”, “Πολυδεύκης Ιούλιος, Ονομαστικόν”, “Νικόμαχος, (Μουσικής) Εγχειρίδιον”, “Αριστόξενος ο Ταραντίνος, Περί οργάνων” (http://kotsanas.com/exh.php?exhibit=2102009)

Σύντομος σύνδεσμος -shortlink- ἄρθρου –> http://wp.me/p456C4-4t

Leave a comment